Ο ποταμός Νυαμπαρόνγκο, της Fanny Schertzer

(δικαιώματα)

















29 Ιανουαρίου 2010

Ξύπνησε. Βγήκε στο μπαλκόνι. Τώρα κάθεται και κοιτάει την Ακρόπολη.


    Την Ακρόπολη λες και την αγοράσαμε πακέτο με τα διαμερίσματα. Ώρες-ώρες με εκνευρίζει. Μοιάζει με ντεκόρ που δεν μπορείς ν' αλλάξεις. Εκείνη μόνο αλλάζει. Χρώματα. Ανάλογα με την ώρα. Σχήματα. Ανάλογα με τους αιώνες. Σου δείχνει το πέρασμα του χρόνου θες δε θες.

     Τάχει πατήσει τα πενήντα. Την γυναίκα του τη λένε Πηνελόπη. Το δικό του τ' όνομα δεν είναι στο κουδούνι.

    Το μεσημέρι της Κυριακής θα πάρουν κανένα ψαράκι από την ταβέρνα του αιγύπτιου αποκάτω και θα κάτσουν στο μπαλκόνι. Βάζουν και μουσική, λαϊκά και ρεμπέτικα που μοιράζουν με τα κυριακάτικα φύλλα τους οι εφημερίδες. Το ντουέτο Στράτου Παγιουμτζή-Στελλάκη Περπινιάδη δεν μ' άφήνει ν' ακούσω τι λένε.

                               Μες στην Παραγουάη
                               σε φίνο ακρογιάλι
                               θα στήσουμε τσαντίρι ζηλευτό
                               θα πίνουμε σαμπάνια
                               πριν πάμε για τα μπάνια
                               με μπουζουκάκι έξυπνο τρελό...

Δείχνει ξεπεσμένος γόνος καλής οικογενείας. Αλλά τη μόρφωσή του δεν την βγάζει βόλτα στην γειτονιά. Δεν μπορώ να τον αποκωδικοποιήσω. Τις προάλλες περιμέναμε μαζί το ασανσέρ. Κρατούσα στο χέρι μου τα κλειδιά και την Αποκάλυψη του Κόπολα να την πάω πίσω στο βιντεάδικο.

    -Σας άρεσε; ρώτησε.

     Την είχα δεί πολλές φορές, και την πρώτη έκδοση και το redux.

    -Εγώ την βλέπω συνέχεια στον ύπνο μου, είπε πάλι. "Μόνο που στα όνειρά μου, η δράση εκτυλίσσεται πάλι στην Αφρική".

    Θα 'χει διαβάσει την Καρδιά του Σκότους. Οπωσδήποτε. Μου ήρθε να τον ρωτήσω, να πιάσουμε συζήτηση. Όμως είχαμε κατεβεί. Το βούλωσα λοιπόν, κι' έμεινα με την περιέργεια. Χαιρετηθήκαμε.

    Έτσι κι' αλλιώς, δεν μιλάμε πολύ στην πολυκατοικία. Τώρα που έγινε ο κόσμος ένα απέραντο ξενοδοχείο.

     Αν εξαιρέσεις τους λιβανέζους του πρώτου, οι άλλοι εδώ μέσα είναι τσακωμένοι μεταξύ τους για την πυλωτή. Οι μισές από τις θέσεις που τους πούλησε ο εργολάβος ήταν παράνομες, και τώρα έχει ξεσπάσει εμφύλιος ποιος θα παρκάρει πρώτος την σακαράκα του κει μέσα. Δεν έχω αυτοκίνητο και δεν ανακατεύομαι. Αλλά τι τα θέλετε, η πολυκατοικία είναι μία μινιατούρα της Αθήνας, και να φύγεις δεν γλιτώνεις. Το στριμωξίδι και η ανάγκη κάνει τους ανθρώπους εγωιστές, βίαιους και αλαζόνες. Δεν μιλάω για τους πολιτικούς και τους αστυνόμους. Μιλάω για τις ύαινες της ασφάλτου, τα παχύδερμα του ασφαλιστικού ταμείου σας και τις κόμπρες που έχετε για συναδέλφους. Για τις ανέραστες οικιακές βοηθούς που χαστουκίζουν ανθρωποφάγους υπερήλικες και τις σαδίστριες μπέιμπι σίτερ που κακοποιούν υστερικούς γόνους μεσοαστών. Η κόλαση είναι οι άλλοι, δεν ειν' έτσι; Καγχάζω στην σκέψη πως οι μοχθηροί αυτοί άλλοι κάποτε θα αλληλοεξοντωθούν μέχρις ενός. Όπλα αγχέμαχα και εκηβόλα, δηλητήρια, μαχαίρια, αυτοκίνητα, πίτμπουλ, πέτρες, ξύλα και κουταλάκια του γλυκού, όλα είναι άξια μέσα για να δώσεις τον θάνατο στον συνάνθρωπο. Θα γεμίσει ο τόπος από λειωμένα κεφάλια και διαμελισμένα πτώματα. Κι' έτσι η βλακεία θα εκλείψει, όπως κάθε κατώτερη μορφή της ύπαρξης. Οι κρετίνοι θα γίνουν λίπασμα για γλυκύτατα φρούτα, κι' όπως ο πληθυσμός θα αραιώσει θα έχουμε αφθονία οπωροκηπευτικών βιολογικής καλλιέργειας. Θα επιβιώσει μόνο εκείνος που στην αυταπάρνηση και την αλληλεγγύη έχτισε τον Υπεράνθρωπο, εκείνον που έχει φαντασία να κρύβεται, πόδια να τρέχει και αρχίδια να μάχεται όταν οι δύο προηγούμενες επιλογές δεν είναι διαθέσιμες. Εκείνος που συμπόνεσε τον αδύνατο και δέχτηκε τον διαφορετικό, να τον κάνει ακλόνητο σύμμαχο κι' όχι μισητό εχθρό του. Αυτός που έκλεψε την φωτιά των θεών και τ' αρνί του Πολύφημου. Εκείνος που στον φουρτουνιασμένο πόντο είδε το ταξίδι, όχι το ναυάγιο. Εκείνος Εκλεκτός της Φύσης Είναι. Είπα και Ελάλησα. Εγώ, η μετεμψύχωση του Κάρολου Δαρβίνου. Όπα μου!

    Έχει ένα κυπαρισσί νίβα. Στο παρμπρίζ σα παλιά συλλογή γραμματόσημα τα πολύχρωμα σηματάκια των τελών κυκλοφορίας. Στις αργίες και τις διακοπές το φορτώνουν και φεύγουν. Επιστρέφουν, χειμωνιάτικα μες στη λάσπη, το καλοκαίρι μες στη σκόνη. Στο πίσω τζάμι, αυτοκόλλητα που κολλάνε στο πλοίο για τα νησιά, μαζί και μια επιγραφή: ΠΑΣ ΓΡΗΓΟΡΑ. ΠΑΩ ΠΑΝΤΟΥ. Το παντού είναι σχετικό. Δεν μπορώ να τον διανοηθώ εκτός Ελλάδος. Εμείς οι έλληνες προσεγγίζουμε το εξωτικό μόνο με την μαγική αφέλεια του Τσιτσάνη και του Θεόφιλου. Μόλις φύγουμε χανόμαστε στα ντιούτι φρή και τις μετατροπές του συναλλάγματος. Στην πόλη δεν βλέπω να γράφει πολλά χιλιόμετρα, το νίβα. Τους βλέπω στον σταθμό, πάνε κι' έρχονται χωριστά, εκείνη φεύγει νωρίς, κατά τις εννιά το πρωί. Αυτός κινείται ακανόνιστες ώρες. Έχει ένα καλό η γειτονιά, με το μετρό πας παντού και γρήγορα. Κι' είναι ακριβώς δίπλα μας, πέντε λεπτά με τα πόδια.

    Δεν παραπονιέμαι για τη μοναξιά. Μια γρήγορη σύνδεση στο ίντερνετ -αυτές που διαφημίζουν στην τηλεόραση- και γίνομαι Φιλέας Φογκ σε ογδόντα τετραγωνικά διαμέρισμα. Μπαίνω στο Google Earth. Πετιέμαι στην Άρτα, ένα χωριό στον κόλπο του Άντεν, τριάντα χιλιόμετρα από το Τζιμπουτί. Κλείνω τα μάτια. Ανακαλώ με τις αισθήσεις μου την Νίσυρο της Δωδεκανήσου. Τώρα είμαι στην Άρτα του Τζιμπουτί με βλάστηση Νισύρου. Φέρνω και μερικούς ηπειρώτες, η προφορά τους -πουθ' εισ' ισύ, μπρε τσούπρα μ'- ενώνει τις δύο Άρτες ανθρωπολογικώς και γεωγραφικώς. Ύστερα χάνομαι αρμενίζοντας σε κάθε λογής πληροφορίες. Η λαίδη Τζέην Γκρέι ανέβηκε στον θρόνο της Αγγλίας μόνο για εννέα ημέρες και καρατομήθηκε στα δεκάξι της, την 12η Φεβρουαρίου του 1554. Η Λωρήν Μπακόλ είναι πρώτη εξαδέλφη του Σιμόν Πέρες. Ο Ναπολέων Βοναπάρτης, ο Έρνεστ Χεμινγουέι και ο Τζίμυ Κάρτερ είχαν αιμορροΐδες. Αν αισθανθώ το κάλεσμα της Πανδήμου, υπάρχει άφθονο υλικό για αυνανισμό εκεί έξω. Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα. Κι' αν η Πάνδημος βάλει τις τσιρίδες εντός μου, η πανίδα του διαδικτύου αφθονεί θηραμάτων. Σε μία ώρα γαμιέμαι με τον stallion 72, τον calligula ή την glykomouna οπουδήποτε στο Λεκανοπέδιο εκτός από αυτό το διαμέρισμα, κι' ύστερα η ώρα η καλή.

    Πέφτω αργά, στριφογυρνάω αρκετή ώρα, η σιωπή και το σκοτάδι με εκνευρίζουν. Τι κάνουν; Είναι ακόμη εκεί; Πέθαναν; Μερικές φορές ακούω το ασανσέρ, κι' ύστερα ψιθύρους, το κλειδί στην κλειδαριά και την πόρτα τους ν΄ ανοίγει. Ησυχάζω τότε κι' αποκοιμιέμαι.

ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ ΑΠΟ:    ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΗΣ ΔΙΠΛΑΝΗΣ ΠΟΡΤΑΣ

27 Ιανουαρίου 2010

ΑΝΤΙ ΓΙΑ ΠΡΟΛΟΓΟ

Αρχική μου πρόθεση για την Ρουάντα Νησί ήταν να είναι κάτι με το οποίο είχα μεγαλύτερη εξοικείωση, δηλαδή μια συλλογή με τραγούδια. Άρχισα, λοιπόν, να φτιάχνω τραγούδια. Aμέσως όμως διαπίστωσα πως η μορφή αυτή έκφρασης -υπεραρκετή για τις ως τότε ανάγκες μου- δεν αρκούσε για να δώσει νόημα σε καταστάσεις και γεγονότα που ο ακροατής της ελληνικής γλώσσας αγνοούσε. Έτσι άρχισα να της προσθέτω διαλόγους, χωρίς  να έχω υπ' όψη μου να γράψω ένα σενάριο για τον κινηματογράφο, κι' ούτε βέβαια κανένα θεατρικό. Κι' όχι πως μ' αυτό τον τρόπο είχα κατορθώσει να φωτίσω τα τραγούδια με τα οποία είχα ξεκινήσει. Πήρα λοιπόν την απόφαση - λίγο σαν τον τζογαδόρο που προσπαθεί να ρεφάρει- να προσθέσω μεγάλα κομμάτια πεζού λόγου. Θα ήθελαν να ανήκουν σ' ένα μυθιστόρημα, τα κομμάτια αυτά. Άν τα βοηθούσε η διατύπωση, θα μπορούσαν να ήταν και άρθρα σε περιοδικό. Όσο για το αποτέλεσμα, αναμφίβολα δεν ανήκε σε κάποιο από τα είδη της Τέχνης και του Λόγου που επινόησε ο νους του ανθρώπου έως σήμερα. Ως τι να διεκδικήσει το έργο την ύπαρξή του σ' αυτόν τον κόσμο που η τυποποίηση κυριαρχεί παντού, από τον πολιτισμό έως την γραβιέρα;

Δεν έτρεφα αυταπάτες. Η Ρουάντα Νησί -δηλαδή μια γεώκλειστη μικρή χώρα της Υποσαχάριας Αφρικής, την οποία η φαντασία μου την είχε κάνει νήσο του Αιγαίου- ήταν μια ατοπία, και συνεπώς ο μόνος φιλόξενος χώρος γι' αυτήν ήταν αυτός ο επίσης άτοπος διαδικτυακός χώρος, που με τις άπειρες (ίδιες με νευρώνες) συνδέσεις του μπορούσε να τα καταφέρει εκεί που είχα αποτύχει εγώ παταγωδώς: στο να φέρει δίπλα δίπλα με έναν άμεσο, σχεδόν αυτόματο τρόπο την ζούγκλα και τα κύμματα, τον Δαντών με τον ιπποπόταμο, την γεωπολιτική με τους ευκαλύπτους .

Έτσι λοιπόν είπα, και αποφάσισα να δώσω στο έργο μου την μορφή δημοσιεύσεων σ' ένα μπλόγκ. Θα μπορούσα, μάλιστα, να παίξω τους διάφορους ρόλους που επινόησα, δηλαδή να διαλέγω ένα άλλο όνομα χρήστη για το κάθε πρόσωπο που παίρνει τον λόγο μέσα στην Ρουάντα Νησί. Επίσης, θα μπορούσα να καταλύσω τον άγραφο εκείνο νόμο που λέει πως η έμπνευση κρατάει επτασφράγιστα τα μυστικά της, και να σας παραπέμπω με συνδέσμους και σχόλια σε άλλα κείμενα και πληροφορίες που χρησιμοποίησα στην κατασκευή του άτοπου αυτού ψηφιδωτού.

Κάθησα και τα ζύγιασα όλα αυτά, και -ομολογώ- ενθουσιάστηκα. Το μόνο που κάπως με προβλημάτισε είναι πως η Ρουάντα Νησί θα δημοσιευτεί ανάποδα, δηλαδή καθώς οι νεώτερες αναρτήσεις θα επιπλέουν και οι παλαιότερες θα πηγαίνουν στον πάτο της γραφής, ο αναγνώστης θα διαβάζει την ιστορία από το τέλος προς την αρχή. Αλλά κι' αυτό είναι πιστεύω κάτι το οποίο οι παλιοί μπλόγκερς έχουν συνηθίσει πια.

Ας αρχίσουν λοιπόν οι αναρτήσεις, κι' ο θεός βοηθός.

                                                                                          Βασίλης Νικολαΐδης

ΑΝΑΡΤΗΘΗΚΕ ΑΠΟ:  Βασίλης Νικολαΐδης